μαντηλίδα

μαντηλίδα
η хризантема

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "μαντηλίδα" в других словарях:

  • μαντηλίδα — η βλ. μαντιλίδα …   Dictionary of Greek

  • Garland chrysanthemum — Chrysanthemum coronarium Chrysanthemum coronarium Scientific classification Kingdom …   Wikipedia

  • μαντιλίδα — Βλ. λ. χρυσάνθεμο. * * * η (Μ μαντηλίδα) κοινή ονομασία φυτού τού γένους χρυσάνθεμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μαντίλι + κατάλ. ίδα (πρβλ. λαχαν ίδα)] …   Dictionary of Greek

  • σουτσουμίδα — η, Ν βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού Chrysanthemum coronarium τού γένους χρυσάνθεμο, που απαντά στην περιοχή τής Μεσογείου και είναι επίσης γνωστό με τις κοινές ονομασίες μαντηλίδα, αγριομαντηλίδα κ.ά …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»